- εθοδολογία
- η1. τρόπος μεθόδευσης, ο τρόπος εφαρμογής μιας μεθόδου2. (φιλοσ.) α) μέρος τής φιλοσοφίας που ασχολείται με την ανάλυση και μελέτη τών μεθόδων οι οποίες χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη επιστήμη, η επιστήμη ή η θεωρία τής μεθόδουβ) το σύνολο τών μεθόδων που χρησιμοποιούνται σε μια επιστήμη, σε έναν επιστημονικό κλάδο3. μέθοδος.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. methodologie (< μέθοδος + -λογία*). Η λ. μαρτυρείται από το 1845 στον Κ. Κουμανούδη].
Dictionary of Greek. 2013.